Thursday, February 21, 2008

Ζητείται αναπτήρας


Ώρα: τρεις και τέταρτο τα ξημερώματα

Τοποθεσία: Φοιτητικό διαμέρισμα στην καρδιά της συμπρωτεύουσας.

Ερώτημα: «Η ώρα τρεις, μα τι ζητάς με το κεφάλι μες τον φούρνο;»

Ναι σωστά διαβάσατε. Το κεφάλι του Μάριου βρίσκεται μέσα στο φοιτητικό του φουρνάκι εδώ και κανένα δίλεπτο. Προσπαθεί να αυτοκτονήσει; Κι εμένα αυτή ήταν η απορία μου μέχρι τη στιγμή που είδα το πρόσωπο του να ξεπροβάλλει αναψοκοκκινισμένο, ρουφώντας με απόλαυση το φρεσκοαναμμένο του τσιγάρο.

Παρατηρώντας την απεγνωσμένη προσπάθεια του φίλου μου να ανάψει το τσιγάρο του με τη βοήθεια του grill, το μυαλό μου έτρεξε λίγο πιο πίσω... Λίγες μέρες πριν βρισκόμουνα στο σπίτι της Έλλης και την παρακολουθούσα να αδείαζει την τσάντα της ψάχνοντας για ένα μαραφέτι, το οποίο αργότερα έμαθα ότι οι γυναίκες αποκαλούν μάσκαρα. Αδείαζοντας λοιπόν το, φαινομενικά μικροσκοπικό της τσαντάκι, άρχισε να ακουμπάει στο τραπέζι αναπτήρες. Μέτρησα έναν, δύο, τρεις και μετά από καμία δεκαπενταριά, είχα μείνει να αναρώτιεμαι τόσο το γιατί συνεχίζω να την αποκαλώ κολλητή μου, όσο και το τί παίζει με αυτήν την καταραμένη εφεύρεση που αποτελεί τον καλύτερο φίλο κάθε καπνιστή.

Υπάρχουν άραγε άτομα που πηγαίνουν στο περίπτερο και αγοράζουν αναπτήρα; Και αν υπάρχουν πώς είναι δυνατόν να είναι πάντα αυτοί, οι μοναδικοί άνθρωποι που δεν θα έχουν ποτέ φωτιά την ώρα που θα την χρειαστούν; Ποιοί είναι αυτοί οι οποίοι διαρκώς καβατζώνουν τους αναπτήρες των φίλων τους, και γιατί ποτέ δεν έχουν σκεφτεί να αγοράσουν ένα δικό τους; Και σε τελική ανάλυση, είναι οι άνθρωποι που διαφέρουν μεταξύ τους, ή μήπως αυτά τα σατανικά κατασκευάσματα έχουν δική τους προσωπικότητα και «επιλέγουν» μόνα τους από ποιές τσέπες θα περάσουν και σε ποιά χέρια θα καταλήξουν;

Ο πλέον κλασικός τύπος αναπτήρα, είναι φυσικά ο «αναπτήρας του καφέ». Τον αναπτήρα του καφέ τον αναγνωρίζουμε από τα έντονα χρώματά του (μωβ, πορτοκαλί, κίτρινο αλλά και ανοιχτό γαλάζιο), καθώς επίσης και από την μάρκα του η οποία συνήθως μας φέρνει στο μυαλό στυλό διαρκείας και άλλα πράγματα που είθισται να καβατζώνουμε κατα καιρούς. Συνήθως θα συναντήσουμε δύο τέτοιους σε ένα τραπέζι πέντε με έξι ατόμων και ποτέ μα ποτέ δεν θα αποχωρήσουν από την καφετέρια στις τσέπες του ίδιου ανθρώπου που τους είχε φέρει.

Ο «διαφημιστικός αναπτήρας» από την άλλη πλευρά, έχει συνήθως πάνω του στάμπες όλων των ειδών μα πάντα της χειρίστου αισθητικής, και τον συναντάμε παντού. Δυστυχώς για εμάς, και ευτυχώς για τους διαφημιζόμενους, έχει κι αυτός την κακή συνήθεια να αλλάζει χέρια πάρα πολύ συχνά. Έτσι, συχνά βρίσκουμε τον εαυτό μας να αναρωτίεται « Μα καλά πότε πήγα εγώ σε γραφείο τελετών και τή δουλεία έχει το όνομα του κυρίου Θρασύβουλα Κοράκη πάνω στον αναπτήρα μου;»

Ό «αναπτήρας ώρας ανάγκης», είναι το εργαλείο που έχουμε πάντα καλά κρυμμένο σε μία γωνία του σπιτιού μας, για να μας βγάλει από τη δύσκολη θέση την στιγμή που θα χρειαστούμε φωτία. Είναι επίσης το εργαλείο το οποίο (όπως θα σας διαβεβαίωνε και ο Μάριος) δεν υπάρχει ποτέ των ποτών περίπτωση να είναι στη θέση του όταν το χρειαστούμε, αφού κατά πάσα πιθανότητα θα βρίσκεται στην τσάντα κάποιας Έλλης.

Τελευταίο και καλύτερο έχουμε τη ναυαρχίδα του καπνίσματος, τον γνωστο και μή εξαιρεταίο «Zippo» ο οποίος, παραδόξως, είναι αρκετά πιστός στους ιδιοκτήτες του. Μπορεί να αλλάξει χέρια καμία φορά «κατά λάθος» αλλά ένα τηλεφώνημα και μερικές απειλές αργότερα, ο φίλος που έκανε την δουλεία θα σας τον επιστρέψει. Φυσικά μέχρι τότε εσείς δεν θα τον χρειάζεστε πια, αλλά αυτό είναι άλλη ιστορία.

Συμπέρασμα; Οι αναπτήρες γενικά είναι αλανιάρικο είδος. Γι΄αυτό θυμηθείτε: Αφού έτσι κι αλλιώς ποτέ δεν θα τον έχετε την πραγματικά κρίσιμη στιγμή, μην σπεύδετε να τον αγοράσετε τον ρημάδη. Κάντε λίγη υπομονή και (εαν δεν είστε εντελώς γκαντέμης), αργά η γρήγορα κάποιος θα «περάσει» κι απο τα δικά σας χέρια...

ΣΣ. Το κείμενο δημοσιεύτηκε για πρώτη φορά από το περιοδικό 18-24 στο τεύχος Οκτωβρίου

Sunday, February 17, 2008

Βραδιές μακριά σου


Δεν είναι μωρέ ότι μου λείπεις. Αλλά να,αυτή η απουσία σου, που έρχεται κάθε βράδυ στο δωμάτιο, αυτή. Δεν μ'αφήνει να κοιμηθώ. Δεν νιώθω μοναξιά,μου κρατάνε συντροφιά τα χαμόγελα που φωτίζουν το πρόσωπό μου,όταν θυμάμαι τις βραδινές μας αγκαλιές. Κι έρχεται τότε μια σκιά,που έχει τη μορφή σου..και νιώθω το άρωμα σου να γεμίζει το χώρο. Τέτοιες στιγμές, σαν χθες, τέτοιες στιγμές σαν τώρα, γαληνεύω. Γιατί ξέρω ότι η σκέψη σου ήρθε προς τα εδώ. Διένυσε με απίστευτη ταχύτητα τα χιλιόμετρα που μας χωρίζουν, κι ήρθε να μου κρατήσει συντροφιά.
Βλέπεις, προδίδεσαι κάθε φορά που με θυμάσαι. Κι εγώ καταλαβαίνω. Νιώθω ότι με σκέφτηκες,μα δεν ξέρω τί εικόνες πέρασαν από το μυαλό σου. Από το δικό μου περνούν πολλές. Μα η φαντασία μου χωλαίνει. Κι όσο όμορφα κι αν σε σκεφτώ πάντα,κάθε φορά λίγο πιο όμορφη θα είσαι μόλις σ'αντικρίσω.Ίσως να 'ναι που η γοητεία σου δεν φτιάχτηκε για να την στριμώχνω σε αναμνήσεις. Μα για να τη ζω από κοντά. Ίσως πάλι να'ναι η λάμψη που παίρνουν τα μάτια σου,όταν μ'αντικρίζεις στο σταθμό.
Απ'όλα τα ζώα,λένε, μόνο ο ερωτευμένος άνθρωπος, μπορεί να ανεχτεί ένα βλέμμα καρφωμένο στο δικό του πάνω από λίγα λεπτά. Κι όμως εγώ τ'αποζητώ το βλέμμα σου. Θέλω να σε κοιτώ στα μάτια με τις ώρες, κι άλλες ώρες να με παίρνεις αγκαλιά. Κι εγώ να ηρεμώ και να ξεχνώ τα πάντα...
Να! Όπως κάνει τώρα η σκιά σου, που τρυφερά με πιάνει απ'το χέρι,με σκεπάζει,μου χαϊδεύει τα μαλλιά, και με παραδίδει στου ύπνου τις αγκάλες...

"Κλείσε τα μάτια σου", μου ψιθυρίζει,
"Ραντεβού στα όνειρά σου. Σ'αγαπώ!"
Καληνύχτα αγάπη μου. Κι εγώ...

Friday, August 17, 2007

Tο Σκουμπρί και οι εξετάσεις


Περίοδος εξετάσεων.Δεν ξέρω για σας, αλλά προσωπικά, κάθε τι που περιλαμβάνει τη λέξη 'εξέταση', με οδηγεί ταχύτατα στο γραφείο του αγαπητού μου παθολόγου, με ύποπτης φύσεως συμπτώματα.Οι συμβουλές τύπου 'δεν κρίνεται τίποτα ζωτικό, ηρέμησε', από το ένα αυτί μπαίνουν και βγαίνουν ανεμπόδιστα από το άλλο.Οι παλμοί μου σκαμπανεβάζουν μεταξύ ταχυκαρδικού σοκ και κατατονίας.Γενικά ομολογώ, ότι σε τέτοιες ακατονόμαστες περιόδους, δεν αποτελώ ακριβώς αυτό που λέμε 'καλή παρέα'.Εδώ και χρόνια το όπλο μου κατά του άγχους είναι η εξαιρετική μέθοδος της στρουθοκαμήλου: κάθομαι και χαζεύω μέχρι να μου περάσει, βγαίνω για καφέδες, υπολογίζω σελίδες, αφαιρώ εικόνες και, τελικά, ΔΕΝ διαβάζω, οπότε το άγχος καραδωκεί χαρωπό και την επόμενη μέρα κτλ...


Να προσθέσω σε αυτά τα φαιδρά και μια δόση εξοργιστικής αφηρημάδας.Σε προηγούμενη εξεταστική η καλή μου μανούλα είχε αφήσει ολίγα άνθη στο γραφείο μου, τα οποία φυσικά χωρίς αλλαγή του νερού, τα πέταξα εντός τριών ημερών.Σιγά το περίεργο ε;;; Ναι, αλλά το νερό τους έμεινε στο ποτήρι του από όπου και το ήπια (!) μονορούφι καθώς διάβαζα αφηρημένη το βράδυ. (soklamon εσύ ξέρεις για τι μιλάω...) Και συνεχίζω:βγαίνω για τα σκουπίδια με παντοφλίτσα και το μαλλί της τρελής, ξεχνάω τα κλειδιά μου και οι κλειδαράδες κάνουν πάρτυ με τα λιγοστά μου ευρώ.Πηγαίνω για ψώνια χωρίς λεφτά κι αν, κατ' εξαίρεση, τα θυμηθώ, σίγουρα θα ξεχάσω να πάρω τσιγάρα και θα πρέπει να ξαναβγώ.


Μη γελάτε.Συμπονέστε με.Υπόσχομαι ότι ο φιλέσπλαχνος αναγνώστης, ο οποίος θα μου δώσει μια λύση για να γλιτώσω απ' τα δεινά (ΜΗ μου πείτε να ηρεμήσω και να διαβάζω οργανωμένα και με σύστημα), θα κερδίσει δώρο-έκπληξη.Απαραίτητη προϋπόθεση: η μέθοδός του να με βγάλει αλώβητη απ' την επερχόμενη εξεταστική.


Ευχαριστώ,


Σκουμπρί

Saturday, March 24, 2007

Mία Ιστορία Για Τον Ηλία



Πρωινό Δευτέρας. Ώρα 6:30. Ο Ηλίας άνοιξε τα μάτια του απορώντας σχετικά με την προέλευση του ενοχλητικού θορύβου. Φυσικά. Το ξυπνητήρι δούλευε, ως συνήθως, καλά. Συμμαχία του Διαβόλου στα σίγουρα.

Σηκώθηκε με δυσκολία απ’ το κρεβάτι και, σε μία εκπληκτική επίδειξη χάρης και ευκινησίας, κατόρθωσε να σκοντάψει πάνω στο σκύλο, να αδειάσει τη νυχτερινή του κούπα με τον καφέ πάνω στα καινούρια του παπούτσια και να βουτήξει με το κεφάλι μέσα από τις πλαστικές λουρίδες της πόρτας στην κουζίνα, απ’ όπου και άρχισε να παρατηρεί τα πέριξ.

Όλα φαίνονταν απολύτως συνηθισμένα. Η καφετιέρα γουργούριζε, αφήνοντας να ξεχυθεί από μέσα της ένα μεθυστικό άρωμα, σίγουρα έργο της Λουίζας πριν φύγει για τη δουλειά. Προσπαθώντας να συνέλθει απ΄την τόσο άκαιρη χαμηλή πτήση πρωινιάτικα, έβαλε καφέ, παρηγόρησε τον (βλέπε παραπάνω) πατικωμένο σκύλο και ετοιμάστηκε να φύγει φορώντας τις παντόφλες του. Το αντιλήφθηκε περίπου εγκαίρως, μόλις τρία τετράγωνα μακριά απ΄το σπίτι, και αποφάσισε επιτόπου πως ήταν τρομερό λάθος να ξυπνήσει, αυτό ειδικά το πρωινό

Ξαναβγαίνοντας στο δρόμο, επιτέλους παπουτσωμένος, εντόπισε στην απέναντι γωνία έναν κουρελή ζητιάνο που κάτι ρουφούσε άπληστα από μία ύποπτη μποτίλια. Τον πλησίασε βιαστικά, μιας και είχε ήδη αργήσει τρομερά στην δουλειά, μη θέλοντας όμως να παραλείψει την συνηθισμένη μικρή βοήθεια που πάντα προσέφερε στους άστεγους.

Τούτος εδώ όμως αποδειχθεί αχάριστος και, μόλις τσέπωσε το νόμισμα του Ηλία, έβγαλε ένα μακρόσυρτο σφύριγμα. Ένα Πιτμπούλ,, μαύρο σαν τον Διάολο, ξεπρόβαλε από την γωνία κι έστρωσε στο κυνήγι τον συμπαθή ήρωά μας. Όταν το, τις υπόλοιπες ώρες, επίσης συμπαθέστατο γιγαντόσωμο σκυλάκι έκρινε πως είχε ολοκληρώσει επιτέλους το καθήκον του και σταμάτησε το κυνηγητό, ο Ηλίας συνειδητοποίησε τρομοκρατημένος πως το πρωινό του περπάτημα για τη δουλειά έπρεπε να διαγραφεί από τον κατάλογο των άμεσων σχεδίων του. Καθώς η ώρα είχε περάσει σε απελπιστικό βαθμό, έψαξε να βρει ένα ταξί, και τελικά κατόρθωσε να φτάσει στο γραφείο του, μόνο και μόνο για να διαπιστώσει πως του έλειπαν ακριβώς δύο Ευρώ για να πληρώσει τον ταξίτζη. Ήταν ακριβώς το ποσό που είχε δώσει στον άτιμο εκείνο ζητιάνο... Ο ταρίφας δεν έμοιαζε καθόλου πρόθυμος να δεχτεί εξηγήσεις αλλά – ω του θαύματος- δέχτηκε ως αντάλλαγμα το καινούριο πακέτο τσιγάρων του Ηλία.

Άφραγκος, λαχανιασμένος και χωρίς τσιγάρα πλέον, ο δυστυχής Ηλίας ανέβηκε στον τρίτο όροφο της εταιρίας, όπου βρισκόταν το γραφείο του.

Εκεί τον περίμενε, φυσικά, το μεγάλο αφεντικό, το οποίο δεν αποτελούσε διόλου ευχάριστο θέαμα με τους καπνούς που εξέρχονταν, δήθεν ανέμελοι, από τα αυτιά του.

-ΤΙ ΩΡΑ ΕΙΝΑΙ ΑΥΤΗ ΚΟΛΛΙΑ; ΝΑ ΥΠΟΘΕΣΩ ΟΤΙ ΞΕΧΑΣΕΣ ΠΩΣ ΣΗΜΕΡΑ ΗΤΑΝ Η ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ ΤΗΣ ΚΑΙΝΟΥΡΙΑΣ ΜΑΚΕΤΑΣ ΣΤΟΥΣ ΜΕΤΟΧΟΥΣ, ΤΗΝ
ΟΠΟΙΑ ΚΑΤΕΣΤΡΕΨΕ Η ΑΠΟΥΣΙΑ ΣΟΥ Ή ΑΠΛΑ ΑΠΟΦΑΣΙΣΕΣ ΝΑ ΥΠΟΒΑΛΛΕΙΣ ΠΑΡΑΙΤΗΣΗ; ΝΑ ΣΕ ΒΓΑΛΩ ΛΟΙΠΟΝ ΑΠ΄ΤΟΝ ΚΟΠΟ! ΑΠΟΛΥΕΣΑΙ!

Ο Ηλίας πάνιασε. Τόση δυστυχία μαζεμένη πήγαινε πολύ! Το αφεντικό δεν του έδωσε το χρόνο να απαντήσει. Έφυγε κοπανώντας πίσω του την πόρτα. Αμίλητος ο Ηλίας άφησε το γραφείο του όπως ήταν, και βγήκε στο δρόμο, αποφασισμένος να επιστρέψει την επόμενη για τα πράγματά του. Κατέφυγε σ’ ένα διπλανό παρκάκι. Ήταν η ώρα του μεσημεριανού διαλείμματος και δεκάδες εργαζόμενοι έπιναν το καφεδάκι τους απολαμβάνοντας τη λιακάδα. Περίκοπος, σωριάστηκε σε ένα παγκάκι όπου έγινε στόχος του βλέμματος – φωτιάς διερχόμενης κορασίδος. Εικοσάρα, ψηλή, μελαχρινή, με ιδανικές αναλογίες. Όλοι οι άντρες στο παρκάκι την είχαν ήδη «τσεκάρει». Ο μόνος που έμοιαζε εντελώς αδιάφορος για την παρουσία της ήταν ο Ηλίας, που σκεφτόταν με τι τρόπο άραγε θα εξηγούσε στη Λουίζα ότι απολύθηκε. Ο εγωισμός της νεαράς δέχτηκε ένα ανεπίτρεπτο πλήγμα. Πως μπορούσε αυτός ο αναμαλλιασμένος κακομοίρης να αδιαφορεί στη θέα του σούπερ μίνι της;

Αποφάσισε να αναλάβει δράση. Με έξι σέξι βήματα που προκάλεσαν αναστεναγμούς στα περίχωρα, τον πλησίασε. Ούτε που την πρόσεξε. Θιγμένη, έβαλε σε ενέργεια τα μεγάλα μέσα. Προσποιούμενη πως σκόνταψε, προσγειώθηκε περίπου στην αγκαλιά του, με κίνηση που την ακρίβεια των υπολογισμών της θα την ζήλευε σίγουρα αυτός ο τυχάρπαστος ο Αϊνστάιν. Ο Ηλίας την έπιασε τρομαγμένος για να μην πέσει (σκέφτηκε) η αθώα (νόμιζε) κοπελίτσα.

Και τότε συνέβη το κακό. Η Λουίζα, που έκανε επίσης το μεσημεριανό της break, κατέφθασε στο γνωστό παρκάκι, προγραμματίζοντας έκπληξη στον καλό της. Και να τος, ο άτιμος, αγκαλιά με νεαρή ύπαρξη, αγνώστων λοιπών στοιχείων. ΜΠΑΜ, ηκούσθη εις τον αέρα, οι ουρανοί ερίγησαν και η οργή της Λουίζας ξέσπασε στο κεφάλι του καημένου του Ηλία που δεν πρόλαβε καν να αρθρώσει : μα εγώ...

- ΠΟΙΟΣ ΝΟΜΙΖΕΙΣ ΟΤΙ ΕΙΣΑΙ ΡΕ ΚΑΘΑΡΜΑ ΝΑ ΜΕ ΡΕΖΙΛΕΥΕΙΣ ΚΑΤ΄ΑΥΤΟΝ ΤΟΝ ΤΡΟΠΟ; ΤΟΣΑ ΧΡΟΝΙΑ ΜΑΖΙ ΚΑΙ ΠΙΣΤΕΥΑ ΟΤΙ ΣΕ ΗΞΕΡΑ, ΑΛΗΤΗ! ΑΛΛΑ ΟΧΙ, ΕΙΣΑΙ ΣΑΝ ΟΛΟΥΣ ΤΟΥΣ ΑΛΛΟΥΣ, ΜΑΛΑΚΑ, ΔΕ ΜΠΟΡΕΙς ΝΑ ΚΡΑΤΗΣΕΙΣ ΤΙΣ ΟΡΜΕΣ ΣΟΥ ΟΥΤΕ ΓΙΑ ΔΕΚΑ ΛΕΠΤΑ. ΧΩΡΙΖΟΥΜΕ!

Γλώσσα ροδάνι η Λουίζα, δεν μπορείτε να πείτε! Μ’ αυτά τα λόγια έκανε μεταβολή και εξαφανίστηκε. Η πέτρα του σκανδάλου (βλέπε νεαρά κορασίδα), καταταραγμένη με την εξέλιξη των πραγμάτων, εξαφανίστηκε κι αυτή το ταχύτερο δυνατόν, και ο Ηλίας έμεινε μόνος ν΄αναρωτιέται αν τα δέκα πατώματα της πολυκατοικίας του, θα του εξασφάλιζαν σίγουρο θάνατο σε περίπτωση πτώσης απ’ την ταράτσα ή αν η ατυχία θα τον ακολουθούσε κι εκεί, στέλνοντάς τον, για τα επόμενα σαράντα χρόνια ζωής που χοντρικά του έμεναν, σε αναπηρική καρέκλα.

Σηκώθηκε παραπατώντας, μετά το τελευταίο χτύπημα της κακότροπης μοίρας του, και τράβηξε για το σπίτι. Φτάνοντας εκεί διαπίστωσε πως μες τον πρωινό πανικό, είχε αφήσει τα κλειδιά του από τη μέσα πλευρά της πόρτας. Ένα δαιμονικό χαμόγελο σχηματίστηκε στα χείλη του. Μάλιστα. Ώστε έτσι λοιπόν. Έβγαλε το τηλέφωνό του και κάλεσε κλειδαρά. Δεν είχε καν ένα τσιγάρο να κάνει ενώ τον περίμενε. Μετά από σαρανταπέντε λεπτά ο τεχνίτης έφτασε, επιτέλους, άνοιξε με χαρακτηριστική άνεση την καταραμένη πόρτα, και, αφού τσέπωσε τα πενήντα ευρώ που ο Ηλίας προόριζε για τα κοινόχρηστα, έφυγε σφυρίζοντας. Κλείνοντας την πόρτα, ο ήρωας της ιστορίας μας, ξαφνιάστηκε απ΄τη νεκρική σιγή που επικρατούσε στο διαμέρισμα. Πρώτη φορά που ο Τζακ δεν τον υποδεχόταν με χαρούμενα γαβγίσματα καλωσορίσματος.

Αυτή ακριβώς τη στιγμή χτύπησε το τηλέφωνο. Η βραχνή, ερωτικότατη γυναικεία φωνή στην άλλη άκρη της γραμμής, τον πληροφόρησε ότι είχαν απαγάγει το σκύλο του και πως ήταν εξαιρετικά πρόθυμοι να τον επιστρέψουν στην τιμή – έκπληξη – ευκαιρία των δέκα χιλιάδων Ευρώ.

Κλείνοντας το τηλέφωνο, ο Ηλίας κάθισε στον καναπέ, με ιδιαίτερη προσοχή, σαν να ήταν φτιαγμένος από πολύτιμο κρύσταλλο – κάτι που φυσικά απείχε μακράν απ΄την πραγματικότητα. Έμεινε ακίνητος και άφωνος γύρω στα πέντε λεπτά και μετά ξέσπασε. Άρχισε να χοροπηδά ουρλιάζοντας ακατάληπτά γύρω από τον καναπέ, μην παραλείποντας φυσικά να χτυπήσει άσχημα το γόνατό του στο τραπεζάκι. Τότε το τηλέφωνο ξαναχτύπησε.

-ΚΥΡΙΕ ΚΟΛΛΙΑ ΕΑΝ ΔΕ ΣΤΑΜΑΤΗΣΕΤΕ ΑΜΕΣΩΣ ΑΥΤΟ ΤΟΝ ΑΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΟ ΣΑΜΑΤΑ ΘΑ ΣΑΣ ΑΝΑΓΚΑΣΩ ΝΑ ΠΑΡΑΔΩΣΕΤΕ ΤΟ ΔΙΑΜΕΡΙΣΜΑ. ΜΠΟΡΕΙ ΕΣΕΙΣ ΝΑ ΕΧΕΤΕ ΚΕΦΙ ΚΑΙ ΟΡΕΞΗ ΓΙΑ ΠΑΙΧΝΙΔΙ ΑΛΛΑ ΕΔΩ ΥΠΑΡΧΟΥΝ ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΟΙ ΑΝΘΡΩΠΟΙ ΠΟΥ ΧΡΕΙΑΖΟΝΤΑΙ ΞΕΚΟΥΡΑΣΗ!

Κλικ. Η γραμμή βουβάθηκε. Ο Ηλίας, γαλήνιος πλέον, έβαλε πλώρη για το μπάνιο. Κάθισε ήρεμα στην άκρη της μπανιέρας και άρχισε να παρατηρεί με βαθιά συγκέντρωση τα ξυραφάκια του, μερικά μπουκαλάκια με ασπιρίνες, το κουτί με τη χλωρίνη και διάφορα άλλα αναλόγου ενδιαφέροντος.

To κουδούνι της πόρτας διέκοψε τους συνειρμούς του επίδοξου αυτόχειρα. Όποιος κι αν ήθελε να του βάλει τις φωνές τούτη τη φορά, έμοιαζε σίγουρος πως ο Ηλίας ήταν σπίτι. Παραιτημένος σηκώθηκε να ανοίξει. Στο άνοιγμα της πόρτας στεκόταν ο Μπόγκαρντ. Εντάξει ίσως όχι, πάντως η μίμηση ήταν εξαιρετικά πετυχημένη.

- Πρέπει να μιλήσουμε, δήλωσε χωρίς να περιμένει απάντηση και, παραμερίζοντας τον άφωνο Ηλία, πέρασε μέσα. Στρώθηκε στον καναπέ κρατώντας ένα χαμηλό ποτήρι, που έμοιαζε να περιέχει ουίσκι – ο Ηλίας ήταν απόλυτα σίγουρος πως μήτε το ακριβό ποτήρι, μήτε το ποτό προέρχονταν από το διαμέρισμά του, αλλά οι υπόλοιπες εξηγήσεις της αδιαμφισβήτητης ύπαρξής του, τον ανησύχησαν και αποφάσισε να τις αφήσει ήσυχες.

- Ονομάζομαι Εμπεδοκλής, συνέχισε ο άγνωστος.

- Και λοιπόν; Ξέφυγε του Ηλία που είχε απαυδήσει πλέον.

Ο Εμπεδοκλής συνοφρυώθηκε και τα φρύδια του πήραν ένα ανησυχητικό πορτοκαλί χρώμα.

- Αφήστε με να μιλήσω αγαπητέ μου. Άκουσον μεν, πάταξον δε,

Ο Ηλίας οπισθοχώρησε και κοίταξε με λαχτάρα την εξώπορτα.

- Είμαι μάγος, δήλωσε ο άγνωστος με τη σιγουριά εφοριακού που περιμένει να κάνεις τη λάθος κίνηση.

- Ο λόγος που όλα σήμερα σου πηγαίνουν τόσο στραβά είναι πως σε καταράστηκα. Πριν ρωτήσεις, να διευκρινίσω πως έγινε ένα τοσοδούλι λάθος στους υπολογισμούς. Μία απλή συνωνυμία. Δεν είσαι εσύ ο Ηλίας Κόλλιας για τον οποίο προορίζονταν αρχικά η κατάρα. Μπορώ να σε βεβαιώσω ότι πρόκειται περί αισχρού υποκειμένου – εξ’ ου και η κατάρα. Για να επανορθώσω λοιπόν για το κακό που σου έκανα, η αυριανή μέρα θα σε αποζημιώσει. Απόψε θα πέσεις κατευθείαν για ύπνο σαν καλό παιδί, χωρίς ναζάκια και αυτοκτονικές σκέψεις. Το πρωί δε θα θυμάσαι τίποτα για την ύπαρξή μου, αλλά σου υπόσχομαι πως θα είναι η καλύτερη μέρα της ζωής σου.

Το μυαλό του Ηλία έκανε μία ανάποδη τούμπα και αποφάσισε να αναζητήσει αλλού διαμονή.

- Γιατί είσαι ντυμένος έτσι; Ρώτησε τελικά. Ακολούθως ρώτησε σιωπηλά τον εαυτό του

Τι είδους ηλίθια ερώτηση ήταν αυτή που βγήκε από το στόμα του. Επίσης αναρωτήθηκε αν είχε προσβάλλει αυτόν τον τρελάκια που παραληρούσε τα τελευταία πέντε λεπτά, πάνω στον καναπέ του και κατά πόσο αυτό θα μπορούσε να αποδειχθεί επικίνδυνο.

Ο Εμπεδοκλής φάνηκε να στενοχωριέται.

- Το επάγγελμα του μάγου δεν αποφέρει πολλά στις μέρες μας δυστυχώς. Τις ελεύθερες ώρες μου κάνω παρακολουθήσεις κυρίως για λογαριασμό μεσήλικων γυναικών που ασχολούνται με οικιακά... ψέλλισε διστακτικά.

Αυτή ήταν η σταγόνα που ξεχείλισε το ποτήρι για τον Ηλία. Σηκώθηκε με όση αποφασιστικότητα του είχε απομείνει και συνόδεψε τον Εμπεδοκλή στην πόρτα. Εκείνος δε διαμαρτυρήθηκε. Μάλιστα φεύγοντας, του έδωσε μία επαγγελματική κάρτα.

«Εμπεδοκλής.. Μαγγανείες για κάθε τσέπη» έγραφε, και από κάτω με μικρά γράμματα «Παρακολουθήσεις απίστων»

- Στη διάθεσή σου μικρέ, είπε σε μάγκικο στιλ ο Εμπεδοκλής – Μπόγκαρντ, και μπήκε στο ασανσέρ.

Ο Ηλίας έκλεισε βιαστικά την πόρτα και περπάτησε εξαντλημένος μέχρι το κρεβάτι του, πετώντας την κάρτα του Εμπεδοκλή στη διαδρομή.

Την επόμενη μέρα ξύπνησε γύρω στο μεσημέρι. Κάθε τι σχετικό με τον Εμπεδοκλή είχε επιτυχώς διαγραφεί από την μνήμη του. Σηκώθηκε κακόκεφα και άρχισε να σκέφτεται τον απαχθέντα σκύλο του και το τι θα του συνέβαινε εάν δεν έβρισκε στα γρήγορα το υπέρογκο ποσό που του ζητούσαν (περίπτωση που, στην καλύτερη περίπτωση, ήταν αδύνατη).

Το τηλέφωνο διέκοψε για μία στιγμή τους μαύρους συλλογισμούς του. Ήταν – πέρα από κάθε λογική ελπίδα- η Λουίζα.

Χαμόγελο νικητή σχηματίστηκε στα χείλη του Ηλία, καθώς άκουγε τα λόγια της κοπέλας. Η χθεσινή νεαρά απεδείχθη καλόκαρδη εν τέλη και όταν ξανασυνάντησε τη Λουίζα στο καταραμένο παρκάκι της αποκάλυψε τη μηδενική συμμετοχή του Ηλία στον ύποπτης φύσεως εναγκαλισμό. Η Λουίζα,μετανιωμένη για το ομολογουμένως τρομακτικό ξέσπασμά της, αποφάσισε να επανορθώσει. Σε όλα του υπερβολικό αυτό το κορίτσι, επισκέφτηκε ένα γραφείο ταξιδίων και έκλεισε ένα διόλου ευκαταφρόνητο πακέτο για δύο άτομα, για τις ημέρες των διακοπών. Στις Άλπεις αδερφές μου! Στις Άλπεις! Όταν δε πληροφορήθηκε το θλιβερό συμβάν με την απαγωγή του λατρεμένου Τζακ ζήτησε απ τον Ηλία να συναντηθούν επιτόπου για να εξετάσουν μαζί το ζήτημα. Κλείνοντας το τηλέφωνο εκείνος ντύθηκε στα γρήγορα και βγήκε.

Οποία έκπληξης! Ξεμυτίζοντας στο δρόμο ένας μαλλιαρός τρομοκράτης όρμηξε πάνω του και άρχισε να τον γλύφει ξετρελαμένος. ΤΖΑΚ! Ο Ηλίας αφιέρωσε πέντε λεπτά στο να χάσκει σαν υπερευτυχισμένος χάνος. Ο μυστήριος τρόπος που το αγαπημένο ζώο ξέφυγε απ τους απαγωγείς του και επέστρεψε σώο στο σπίτι δεν τον απασχόλησε δευτερόλεπτο. Περιχαρής, με τον Τζακ παρέα, κατευθύνθηκε προς το σημείο του ραντεβού του με τη Λουίζα.

Μιας κι έφτασε νωρίτερα απ την καθορισμένη ώρα, διάλεξε ένα ευάερο κι ευήλιο τραπεζάκι απ όπου θα μπορούσε να παρακολουθεί τα παιχνίδια του Τζακ, κι έκατσε να απολαύσει τη λιακάδα. Η μακαριότητά του διήρκεσε ελάχιστα, καθώς το μάτι του πήρε το αφεντικό του να κάθεται παραπλεύρως μόνος του,με εξαιρετικά σκυθρωπό ύφος. Τα βλέμματά τους διασταυρώθηκαν και ο άλλος του έγνεψε να πάει στο τραπέζι του. Ο Ηλίας πλησίασε διστακτικά. Και πήγαινε τόσο ανέλπιστα καλά αυτή η μέρα να πάρει!

-Κόλλια, πίστεψέ με, είσαι ο τελευταίος άνθρωπος που θα ήθελα να δω σήμερα. Οφείλω παρ’όλα αυτά να σε ενημερώσω για τις τρέχουσες εξελίξεις στην εταιρεία Όλο το πρωί προσπαθούμε να σε πετύχουμε, αλλά το τηλέφωνό σου είτε θα είναι κατειλημμένο, είτε δε θα απαντά κανείς. Σε ζήτησαν απ τα κεντρικά. Φαίνεται πως με αντικαθιστούν και, για κάποιον ακατανόητο λόγο παίρνεις τη θέση μου. Επικοινώνησε μαζί τους το συντομότερο. Το μόνο που ελπίζω είναι να καταλάβουν κάποτε το λάθος τους, είπε με κακία το πρώην διευθυντικό στέλεχος. Ο Ηλίας επέστρεψε στο τραπέζι του χωρίς να πει λέξη, αντιστεκόμενος με μεγάλη δυσκολία στον πειρασμό να τον αγκαλιάσει σφιχτά. «Αυτό θα ήταν πραγματικά δύσκολο να το εξηγήσω στη Λουίζα», σκέφτηκε εύθυμα και κάθισε περίπου ήρεμα να την περιμένει.

Η υπόλοιπη μέρα κύλησε εξίσου ειδυλλιακά για τον συμπαθέστατο ήρωά μας, που περιήλθε σύντομα σε μια μόνιμη κατάσταση άφατης ευτυχίας και αποχαύνωσης. Το βραδάκι αποφάσισαν να μείνουν στο σπίτι με τη Λουίζα,η οποία μάλιστα υποσχέθηκε να του ετοιμάσει ένα σπέσιαλ δείπνο, για να γιορτάσουν την προαγωγή του. Συγκινημένος ο Ηλίας προσφέρθηκε να συμβάλλει με το αγαπημένο της κρασί.

Πηγαίνοντας προς τη γειτονική κάβα, πρόσεξε έναν άντρα με εξαιρετικά βλοσυρό ύφος, να έρχεται από την αντίθετη κατεύθυνση. Του Ηλία του φάνηκε πως, πίσω από τον άγνωστο, ακολουθούσε ένα δυσοίωνο συννεφάκι μαύρου καπνού. Δεν ήταν βέβαια σε θέση να το μαντέψει, αλλά επρόκειτο για το συνονόματό του, τον οποίο είχε εντοπίσει εν τέλει η κατάρα του απρόσεκτου μάγου. Ο Ηλίας αποφάσισε πως η φαντασία του κάλπαζε, άσε που στο ευτυχισμένο σύμπαν στο οποίο είχε ανυψωθεί δεν υπήρχε σε καμία περίπτωση χώρος για μαύρα συννεφάκια οποιουδήποτε είδους. Ετοιμαζόταν να παραμερίσει για να περάσει ο ξένος, που δε φαινόταν να τον έχει καν προσέξει. Αυτήν όμως ακριβώς τη στιγμή, εκείνος γλίστρησε στο πεζοδρόμιο και, αφού πραγματοποίησε μια μεγαλειώδη τούμπα, τσούλησε ως τα πόδια του Ηλία. Ευγενικός όπως πάντα ο Ηλίας, έσπευσε να τον βοηθήσει να σηκωθεί και πάλι στα πόδια του και τα βλέμματά τους διασταυρώθηκαν. Ο άγνωστος γρύλισε κάτι ακατάληπτο και συνέχισε το δρόμο του, ακόμα πιο βλοσυρός. Ο Ηλίας δεν πειράχτηκε απ την ανήκουστη αγένεια του τύπου και, κουνώντας καλόκαρδα το κεφάλι, προχώρησε προς την κάβα. Δεν κοίταξε πίσω ούτε μια φορά. Αν το έκανε, θα παρατηρούσε το μαύρο σύννεφο που ακολουθούσε αρχικά τον άγνωστο να στέκει τώρα κάπως αναποφάσιστο ανάμεσα στους δύο συνονόματους, που είχαν πάρει αντίθετες κατευθύνσεις. Ύστερα, σαν να πήρε μια απόφαση για την οποία δεν ήταν και τόσο σίγουρο, σύρθηκε αθόρυβα προς τη μεριά της κάβας...

Friday, March 2, 2007

Γράμμα στους γονείς μου


Αγαπητοί μητέρα και πατέρα,

Το παρόν γράμμα έχει σκοπό να σας καθησυχάσει. Υποθέτω πως, τον τελευταίο καιρό, τα νέα που φτάνουν στα αυτιά σας για τα επεισόδια, με πρωταγωνιστές τους φοιτητές, σας έχουν κάνει να τρελαθείτε από αγωνία για το σπλάχνο σας. Σας ενημερώνω λοιπόν, πως το όλο θέμα έχει διογκωθεί σε μεγάλο βαθμό από τα μέσα ενημέρωσης-η κατάσταση εδώ είναι σε κάθε περίπτωση υπό έλεγχο.

Ελπίζω να με συγχωρέσετε που άργησα τόσο να σας γράψω και δεν απάντησα στα τελευταία 27 τρυφερά σας γράμματα. Υπεύθυνη γι αυτό δεν είναι η χρόνια αναλγησία μου, αλλά ένα πραγματικά ατυχές περιστατικό, που συνέβη σε προηγούμενη γενική συνέλευση της σχολής μου και στο οποίο εμπλεκόταν ένας σιδερένιος λοστός, ένας άντρας με κουκούλα και ένας κουβάς με νιτρικό οξύ. Οι γιατροί πιστεύουν πως θα μπορέσω ξανά να χρησιμοποιήσω το αριστερό χέρι και όσον αφορά την όραση, πάντα θεωρούσα πως δύο μάτια είναι πλεονασμός.

Βρίσκομαι στην ευχάριστη θέση να σας ενημερώσω πως συμμετέχω ενεργά στις πορείες, για τη δικαίωση του φοιτητικού κινήματος. Αυτά που διαδίδονται για τραμπουκισμούς, ξύλο και συλλήψεις δεν έχουν καμία πραγματική βάση. Η εβδομάδα που πέρασα στο τμήμα ήταν μια απλή παρεξήγηση, όπως και η φερόμενη ως ‘απόδρασή’ μου. Όσο για τα 53 ράμματα στις ωμοπλάτες σε λίγο καιρό ούτε που θα διακρίνονται.

Ένα πραγματικά ευχάριστο νέο είναι, πως για πρώτη φορά στη ζωή μου είμαι ερωτευμένη. Πρόκειται για ένα πραγματικά αξιόλογο παιδί με πολλά ενδιαφέροντα και από την προηγούμενη Τρίτη συμμετέχω στην απεργία πείνας που διοργανώνει. Τα χάπια που μου έδωσε εκείνη η κοπέλα βοηθάνε πραγματικά.

Θα περιμένω όπως πάντα με χαρά το επόμενο γραμματάκι σας. Σας τονίζω ξανά πως δεν πρέπει σε καμία περίπτωση να ανησυχείτε για μένα και για εκείνο το σπυράκι που είχα στον αγκώνα-ήταν απλώς ένα κουνούπι.

Σας φιλώ με αγάπη,
Σκουμπρί.

Thursday, February 8, 2007

ΠΙΠΑ: ΟΔΗΓΙΕΣ ΧΡΗΣΕΩΣ


Πίπα: οδηγίες χρήσεως
Η καινούργια πίπα


Στρώσιμο.

Μη βάζεις στην καινούργια πίπα αλκοολούχα ποτά. Η καλή γεύση της ίδιας είναι σίγουρη από μόνη της. Μόνο ένα ελαφρύ στρώμα μελιού περασμένο στα εσωτερικά τοιχώματα του μπολ, την κάνει να πιάσει πιο γρήγορα κάρβουνο.

Το πρώτο κάρβουνο.

Γέμισε την πίπα μόνο στο 1/3 για τις πρώτες 5 φορές. Μετά αύξησε την ποσότητα του καπνού σταδιακά και προς το 12ο κάπνισμα, η πίπα θα είναι έτοιμη. Τις πρώτες μέρες, μην την καπνίζεις περισσότερο από 2 με 3 φορές την ημέρα.

Kαπνός

Ο καπνός δεν πρέπει να είναι ούτε πολύ υγρός ούτε πολύ ξηρός. Η πείρα θα σε βοηθήσει στην εκτίμηση της σωστής υγρασίας. Δε χρειάζεται να χρησιμοποιήσεις αλκοολούχα ποτά για να υγράνεις τον ξηρό καπνό - χαλούν τη γεύση του. Σε περίπτωση έλλειψης υγραντήρα, μπορείς να βάλεις μέσα στο φάκελο του ξηρού καπνού μια φέτα μήλου ή πατάτας.

Πως γεμίζουμε

Βάζε καπνό στο μπολ σε μικρές δόσεις. Η πρώτη δόση μπαίνει ελαφρά πατημένη, ενώ οι επόμενες λίγο πιο σκληρά, με τρόπο ώστε ο καπνός να μπει σε σωστά στρώματα. Εάν ο καπνός είναι πολύ πιεσμένος, κάνει το κάπνισμα δύσκολο και έρχεται πολύ ζεστός στο στόμα. Άναμμα. Ανάψτε στο κέντρο και τραβήξτε σιγά, μέχρι να ανάψει όλη η επιφάνεια του καπνού. Με το πατητήρι πατήστε τον καπνό λίγο και ξανανάψτε, ώστε να δημιουργηθεί η πρώτη καύτρα. Εάν ο καπνός είναι σωστά τοποθετημένος, θα καεί μέχρι τέλους. Για να ανάψεις χρησιμοποίησε σπίρτα ή αναπτήρα αερίου. Απέφυγε να χρησιμοποιείς αναπτήρες βενζίνης, διότι δίνουν κακή γεύση στον καπνό.

Πως καπνίζουμε

Κάπνιζε αργά. Το να καπνίζεις πίπα είναι πολύ διαφορετικό από το κάπνισμα του τσιγάρου. Τα τσιγάρα καπνίζονται δυνατά και νευρικά, αντιθέτως η πίπα καπνίζεται με τραβήγματα αργά, κοντά και ρυθμικά. Τα γρήγορα και έντονα τραβήγματα, εκτός του ότι ζεσταίνουν το μπολ, καίνε και τη γλώσσα. Ο καμένος καπνός σιγά-σιγά πιέζεται με το πατητήρι μέχρι τέλους.

Ψύξη.

Την πίπα την αφήνεις να κρυώσει πριν την ανάψεις ξανά. Μην καπνίζεις συνεχώς την ίδια πίπα αλλά άλλαζέ την με άλλες. Το ιδανικό θα ήταν να είχες 7, μία για κάθε μέρα της εβδομάδας, έτσι ώστε να προλαβαίνουν να κρυώνουν και να στεγνώνουν από όλα τα υγρά. Με το πατητήρι άδειαζε καλά κάθε φορά τις στάχτες και τους καπνούς που δεν κάηκαν. Πέρασε με τους γνωστούς καθαριστήρες το επιστόμιο, για να φύγουν τα υπολείμματα σάλιου και νικοτίνης, που κάνουν την πίπα πικρή. Θυμήσου, ότι όσο πιο καθαρή είναι η πίπα, τόσο πιο απολαυστικό είναι το κάπνισμα. Για να στεγνώσει μια πίπα σωστά, άφησέ τη στον αέρα και όχι σε κλειστό κουτί που δεν αερίζεται. Καλό είναι να μένει με το επιστόμιο προς τα πάνω, ακουμπισμένη σε stand.

Το κάρβουνο.

Το στρώμα κάρβουνου που δημιουργείται μετά από αρκετή χρήση, είναι πολύ σπουδαίο για την πίπα. Ένα πάχος 1 έως 1,5 mm είναι το πιο σωστό, για να καπνίζεις ιδανικά. Όταν το κάρβουνο γίνεται περισσότερο, πρέπει να το αφαιρέσουμε με τη σχετική ξύστρα, γιατί το μπολ γίνεται πολύ μικρό σε χωρητικότητα.

Ευχαριστούμε τον κ.Χ.Α. για τις πολύτιμες συμβουλές

ΟΝΕΙΡΟΤΟΠΟΣ Νο1: ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΑ


Της μοναξιάς ο ήχος μου κρατάει και πάλι συντροφιά.


Σκαλιά μετράς, καθώς τον Γολγοθά σου ανεβαίνω.


Κουρασμένος, δύστυχος, ιχνηλατώ μες στο σκοτάδι


Άμμος κινούμενη της σιωπής σου η μυρωδιά.


Τον τοίχο που έχτισες στο κέντρο σημαδεύω.


Με στίχους μεθυσμένους τον πυροβολώ.


Με λέξεις πύρινες, το ψύχος του εμποτίζω.


Ώσπου μια μέρα,


Με τις στάχτες του στο δέρμα,


Με την άμμο σου στο αίμα,


Να ‘ρθω να σε βρω.


Γιατί δεν μπορείς ζωή μου...


Δεν μπορείς να γελοιοποιήσεις


Έναν ονειροποιό.